Βιοτεχνολογία και γεωργία

Ο πρόδρομος: «Πράσινη Επανάσταση» – Εκβιομηχάνιση της γεωργίας

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 εμφανίστηκε και προωθήθηκε από τους διάφορους υπερεθνικούς οργανισμούς, Διεθνή Τράπεζα, ΔΝΤ, ΟΗΕ, η πολιτική της «πράσινης επανάστασης» σαν μια προσπάθεια καταπολέμησης της φτώχειας και της πείνας ιδιαίτερα στο λεγόμενο τρίτο κόσμο. Αφορούσε την εφαρμογή νέων τεχνολογιών όπως τη χρήση βελτιωμένων σπόρων και ποικιλιών, τη χρήση φυτοφαρμάκων και χημικών λιπασμάτων, την εκτεταμένη εκμηχάνιση και τα μεγάλα αρδευτικά έργα.

Βασική προϋπόθεση αυτής της πολιτικής ήταν η επιβολή μιας νέας καλλιεργητικής αντίληψης, της μονοκαλλιέργειας. Δηλαδή της καλλιέργειας τεράστιων γεωργικών εκτάσεων με ένα συγκεκριμένο είδος, κυρίως βιομηχανικών, φυτών. Το συγκεκριμένο μοντέλο ανάπτυξης του αγροτικού τομέα επιβλήθηκε στηριζόμενο στην ιδεολογική τρομοκρατία του αναπόφευκτου και του μονόδρομου. Εκατομμύρια αγρότες πετάχτηκαν έξω από τη γεωργική δραστηριότητα, οι σχέσεις παραγωγής μετασχηματίστηκαν σε παγκόσμιο επίπεδο, η γη και η παραγωγή πέρασαν στα χέρια νεοτσιφλικάδων και η γεωργία ενσωματώθηκε οργανικά στις ανάγκες της βιομηχανίας εισροών και τροφίμων.

Αφού για την επιστήμη σήμερα η πείνα έγκειται σε έλλειψη μέσων, γιατί δεν έλυσε το πρόβλημα η «πράσινη επανάσταση» που εξόπλισε με τόσα “υγιεινά” και “χρήσιμα” εφόδια όλο τον αγροτικό πληθυσμό;

Τα 30-40 χρόνια εφαρμογής-επιβολής των αξιωμάτων της «πράσινης επανάστασης» είχαν σαν αποτέλεσμα μια προδιαγραφείσα τραγική κατάληξη, όπως το ξέσπασμα εκατοντάδων ένοπλων συρράξεων λόγω απορρύθμισης και καταστροφής των τοπικών κοινωνιών και οικονομιών, με τεράστιες απώλειες σε ανθρώπινες ζωές και βιομηχανική πια παραγωγή προσφύγων και εκτοπισμένων.

Αυτό που χαρακτήρισε τα τελευταία 50 χρόνια ανάπτυξης είναι η τέλεση οικολογικών εγκλημάτων με εκατομμύρια εκτάρια υποβαθμισμένης και ακατάλληλης τώρα πια αγροτικής επιφάνειας (1580 εκατομμύρια στρέμματα στη Β. Αμερική, 2190 εκατομμύρια στρέμματα στην Ευρώπη, 2430 στη Λατινική Αμερική, 4940 στην Αφρική, 7470 στην Ασία), η εξάντληση του υπόγειου υδροφόρου ορίζοντα ή την υφαλμύρωση του όπως και τα 150 εκατομμύρια στρέμματα που καταστράφηκαν μόνο στη δεκαετία του 1980 προς αναζήτηση νέων καλλιεργήσιμων γαιών και βοσκοτόπων.

Προφανώς, τα παραπάνω δεν είναι αρκετά. Αναδύονται λοιπόν εκ νέου οι καλές προθέσεις και τα ευγενή αισθήματα της υπερεθνικής κυριαρχίας για τη σωτηρία των μη κατεχόντων από τη φτώχεια και την ανέχεια. Αυτή τη φορά τη λύση αποτελεί το «έσχατο τεχνολογικό σύνορο» η βιοτεχνολογία που και πάλι αξιωματικά θα πρέπει να εφαρμοστεί -επιβληθεί από τους κύριους υπεύθυνους της πολιτικής, κοινωνικής, οικονομικής και εν γένει οικολογικής χρεοκοπίας, την παγκόσμια τράπεζα, το ΔΝΤ, τους ΟΗΕ-FAO, τις υπερεθνικές εταιρείες του αγροχημικού τομέα και τα συνεργαζόμενα biotech ερευνητικά κέντρα (δημόσια και ιδιωτικά). Προπαγανδιστικοί πυλώνες αυτής της νέας επίθεσης τα ίδια ακριβώς επιχειρήματα – μυθεύματα, η καταπολέμηση της φτώχειας και η εξάλειψη της πείνας, αυτή τη φορά γαρνιρισμένα με οικολογική ευαισθησία και life-style παραινέσεις για υποκαλορικές δίαιτες στους χαμπουργκερωμένους κάφρους του Βορρά.

Τι είναι η βιοτεχνολογία. Γιατί είμαστε ενάντια

Ένας από τους μύθους της κουλτούρας μας είναι πως η επιστήμη βρίσκεται στην υπηρεσία της ανθρωπότητας. Όπως πολλοί μύθοι έχει μια χαλαρωτική-ηρεμιστική δράση στη συνείδηση του κόσμου. Από τη μια στη συνείδηση των επιστημόνων, οι οποίοι σκέφτονται ικανοποιημένοι πως επιτελούν μια σημαντική και κοινωφελή εργασία και από την άλλη στη σκέψη της ‘κοινής γνώμης’ που κοιτά με σεβασμό και εμπιστοσύνη την επιστήμη σαν να πρόκειται για μια μητέρα γεμάτη φροντίδα που δεν έχει άλλο λόγο ύπαρξης από το να λύσει τα προβλήματά τους και να εξαλείψει κάθε πόνο και δυστυχία. Μυθολογίες, ιδεολογίες δηλαδή που νομιμοποιούν την εξουσία και εκπαιδεύουν τους ανθρώπους στο να την αποδέχονται.

Ένας τέτοιος μύθος προσπαθεί να γίνει και η σύγχρονη βιοτεχνολογία.

Είναι γνωστή πια σε όλους η δυνατότητα παρέμβασης του ανθρώπου στην γενετική αλυσίδα διαφόρων οργανισμών, με σκοπό την κατασκευή αυτών που αποκαλούμε γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς (γ.τ.ο.) ή μεταλλαγμένα. Η έρευνα και η εφαρμογή αυτής της τεχνολογίας, είτε αυτή αναφέρεται σε φυτά και ζώα είτε σε ανθρώπους ονομάζεται βιοτεχνολογία και έγινε ευρέως γνωστή μέσω της δημοσιοποίησης του πρώτου επίσημα κλωνοποιημένου οργανισμού, της προβατίνας Dolly (ο θάνατος της οποίας μετά από έξι χρόνια από πρόωρο γήρας, φυσικά και αποσιωπήθηκε) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα με δημοσιεύματα για κλωνοποιημένα παιδιά στην Ιταλία.

Η τεχνολογία της γενετικής μηχανικής είναι ριζοσπαστική: δεν έχει ανάγκη αποδείξεων, δεν πρόκειται για «εργαστηριακά πειράματα». Πράγματι αυτό που παρουσιάζεται ως πείραμα είναι ήδη περατωμένο και αμετάκλητο, είναι η πραγμάτωση μιας μετατροπής του οικοσυστήματος.

Η τεχνολογία της γενετικής μηχανικής εκτός από τον αγροτικό τομέα (γενετικά τροποποιημένα φυτά) εφαρμόζεται και στον ιατρο-φαρμακευτικό τομέα, ένα πεδίο που κανείς δεν τολμά να θέσει υπό συζήτηση. Ο διάχυτος και εξ επαγωγής φόβος των «ατόμων» είναι το κλειδί με το οποίο το κράτος (κυριαρχία) προτίθεται να ανοίξει την πόρτα στην βιοτεχνολογική έρευνα. Φόβος για το θάνατο, την αρρώστια, τη διαφορετικότητα με συνέπεια την εύκολη απαλλοτρίωση του σώματος ανδρών και γυναικών, του οποίου βέβαια δεν είναι καν ικανοί να νιώσουν και να διαχειριστούν την αλλαγή και τη μοναδικότητά του. Οι βιοτεχνολογίες από την άλλη υπόσχονται θαυματουργές περιποιήσεις: με θέληση και αποφασιστικότητα θα θεραπεύσουν τις αρρώστιες, που δεν είναι άλλο από φυσιολογική κατάληξη ενός τρόπου ζωής που η ίδια η σύζευξη εξουσίας-επιστήμης δημιούργησε. Είμαστε καθημερινά εξανα-γκασμένoι να ζούμε σε ανθυγιεινά περιβάλλοντα, που ναρκοθετούν τη ζωή του καθένα, χώροι που επινοήθηκαν και ζητήθηκαν από τις ίδιες φιγούρες που τώρα αξιώνουν να μας πουλήσουν τις θεραπείες και τις λύσεις.

Γιατί λέμε όχι στη βιοτεχνολογία στη γεωργία

Στον αγροτικό τομέα, η βιοτεχνολογία επικεντρώνεται στην αποκοπή γονιδίου από έναν οργανισμό και τη μεταφορά του σε ένα φυτό, το οποίο δεν είναι συγγενικό προς το πρώτο, με σκοπό να σπάσει το φράγμα των ειδών. Η προώθηση της βιοτεχνολογίας στις καλλιέργειες γίνεται από μια σειρά πολυεθνικών εταιριών, όπως Bayer, Monsanto, Sygenta, Advanta, DuPont, τους κολοσσούς που κινούν τα νήματα και στον ιατροφαρμακευτικό τομέα.

Τα «οφέλη» της βιοτεχνολογίας…

Όπως συμβαίνει με κάθε κυριαρχία, έτσι και στην περίπτωση της βιοτεχνολογίας χρειάζεται μια ηθική βάση για την δικαιολόγήση της. Έτσι, αυτά που παρουσιάζει η επιστήμη της βιοτεχνολογίας και οι υποστηριχτές της (εταιρείες, πολιτικοί, επιστήμονες δημοσιογράφοι κλπ.) ως οφέλη από τους γ.τ.ο., συνοψίζονται στα εξής:

  • · Μείωση της χρήσης ζιζανιοκτόνων – εντομοκτόνων

Ωστόσο, μετά από έρευνες που έγιναν στις ΗΠΑ σε μεταλλαγμένες καλλιέργειες με εκτεταμένη χρήση ζιζανιοκτόνου RoundUp, αποδείχτηκε ότι η κατανάλωση του αυξήθηκε κατά 50%. Για αυτόν τον λόγο άλλωστε, η Monsanto ζήτησε να αυξηθούν κατά 200 φορές τα όρια υπολειμμάτων glyphosate (συστατικό του RoundUp) που εγκρίνει η FDA ( Food & Drug Association – Ένωση Τροφίμων & Φαρμάκων, Αμερική), στην γενετικά τροποποιημένη RoundUp ready σόγια που προωθεί.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τα εντομοκτόνα. Μεταλλαγμένες ποικιλίες πατάτας καλαμποκιού και βαμβακιού, παράγουν συνεχώς την εντομοκτόνα ουσία δ-ενδοτοξίνη του βακίλου Θουριγγίας. Η συνεχής έκκριση της εντομοκτόνου ουσίας και η παρουσία της σε όλους τους ιστούς των γ.τ φυτών, είχε σαν αποτέλεσμα την ανάπτυξη ανθεκτικότητας στα έντομα που προσβάλλουν το καλαμπόκι και το βαμβάκι. Μετά από τρία χρόνια επαφής με τα γ.τ. φυτά, η ανθεκτικότητα στη συγκεκριμένη εντομοκτόνο τοξίνη αυξήθηκε μέχρι και 5.000 φορές, κάτι που δεν είχε παρατηρηθεί μετά από 38 χρόνια χρήσης του φυσικού μικροοργανισμού από βιολογικούς και συμβατικούς καλλιεργητές. Τελικά, η καλλιέργεια μεταλλαγμένων ποικιλιών συνεπάγεται περισσότερα και ισχυρότερα εντομοκτόνα και σαφώς υψηλότερο κόστος.

  • · Αύξηση της παραγωγής

Είναι όμως αυτό το ερώτημα; Το ερώτημα είναι με ποιες επιπτώσεις και με τι κόστος. Επιπλέον, η αύξηση της παραγωγής καθώς και οι μεγαλύτερες αποδόσεις ανά στρέμμα αυτόματα σημαίνουν υπερπαραγωγή και πτώση της τιμής του προϊόντος. Έτσι, ενώ το κόστος παραγωγής έχει αυξηθεί, η τιμή του προϊόντος πέφτει και αγρότες αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την παραγωγή για να μη μείνουν χρεωμένοι.

  • · Εξάλειψη της πείνας του τρίτου κόσμου

Επιπλέον, ο ισχυρισμός ότι τα γ.τ. προϊόντα και η αύξηση της παραγωγής θα λύσουν το πρόβλημα της πείνας στον τρίτο κόσμο, είναι ένας μύθος. Το πρόβλημα είναι κατασκευασμένο και δημιουργείται από την ασύδοτη εκμετάλλευση των φυσικών πόρων από τις ανεπτυγμένες χώρες. Μια επίσκεψη στις χωματερές, επιβεβαιώνει τον λάθος τρόπο διαχείρισης των χιλιάδων τόνων αγροτικών προϊόντων.

  • · Η καλλιέργεια μεταλλαγμένων σπόρων και φυτών είναι ασφαλής για το περιβάλλον.

Άλλος ένας κίνδυνος που μπορεί να προκύψει από την καλλιέργεια γ.τ.ο. είναι η επιμόλυνση των γειτονικών χωραφιών, όπου υπάρχουν συμβατικές και βιολογικές καλλιέργειες. Η γύρη των γ.τ. φυτών μεταφέρεται και επιμολύνει άλλα συγγενικά είδη, δημιουργώντας πρόβλημα στην παραγωγή των γειτονικών καλλιεργειών.

Γενετική ρύπανση – Α(να)σφάλεια

Διαδικασία μη αναστρέψιμη και οπωσδήποτε μη προβλέψιμη, η φύση διαθέτει χώρους και χρόνους σαφώς πέραν του ανθρώπινου πεπερασμένου. Η ποιοτική ιδιαιτερότητα του κινδύνου στη γενετική μηχανική οφείλεται στο γεγονός πως η πηγή αυτού του κινδύνου ζει και αναπαράγεται, επιτρέποντας έτσι την οριζόντια μεταφορά γονιδίων. Τα γονίδια των γενετικά τροποποιημένων φυτών μπορούν να μεταφερθούν στους άγριους συγγενείς τους προσδίδοντας τους ανθεκτικότητα και μετατρέποντας τους σε super ζιζάνια. Πειράματα σε ελεγχόμενες περιοχές ή εργαστήρια δεν αντικατοπτρίζουν τους πραγματικούς κινδύνους, και δεν είναι αντιπροσωπευτικά, καθώς δεν είναι δυνατόν να θέσουν αντικειμενικές παραμέτρους όπως ο χρόνος, η ποσότητα, η διαθέσιμη επιφάνεια, οι καιρικές συνθήκες, η πίεση από φυσική επιλογή και οι δυνατότητες ελέγχου.

Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της γενετικά τροποποιημένης ελαιοκράμβης (Σκωτία, Δανία), της οποίας η γύρη μεταφέρεται για πολλά χιλιόμετρα επιμολύνωντας τους άγριους συγγενείς της άγριο ραπανάκι, λευκόφαιο σινάπι, ρόκα κτλ. Ενστάσεις υπάρχουν και για το γονίδιο Bt. Τι θα συμβεί όταν γενικευθεί η ήδη ανεπτυγμένη ανθεκτικότητα των εντόμων; Τι θα συμβεί με τα γενετικά τροποποιημένα ψάρια που αντέχουν στο κρύο ή τους υπερμεγέθεις σολωμούς, οι αποδράσεις των οποίων από τα ιχθυοτροφεία τα καθιστούν σίγουρα περισσότερο ανταγωνιστικά σε ελεύθερο περιβάλλον;

Το σημαντικότερο, ίσως τεχνικό, πρόβλημα προέρχεται από την άγνοιά μας γύρω από την ρυθμιστική λειτουργία του DNA. Η υπεραπλουστευτική θεωρία σύμφωνα με την οποία τα γονίδια καθορίζουν απευθείας τις δυνατότητες και τη συμπεριφορά των διαφόρων οργανισμών, μπορεί να παραμένει διαδεδομένη, είναι όμως άστοχη και μη επιστημονική. Σίγουρα δεν πρόκειται για μια απλή μηχανιστική σχέση προσφοράς και ζήτησης. Οποιαδήποτε αλλαγή σε κάποιο σημείο της αλυσίδας του DNA επιφέρει αλλαγές στη γονιδιακή έκφραση και λειτουργία, κάτι που φυσικά οι φωστήρες της βιοτεχνολογίας δεν μπορούν να προβλέψουν ούτε στα γ.τ. φυτά, αφού κατά την δημιουργία τους η ενσωμάτωση στο γονιδίωμα γίνεται σε τυχαίες θέσεις και μπορεί να οδηγήσει στην αδρανοποίηση ή ενεργοποίηση κάποιων γονιδίων ή στην παραγωγή τοξικών ή αλλεργιογόνων ουσιών. Αγνοούνται, προφανώς εσκεμένα, βασικές διεργασίες στην έκφραση της γενετικής πληροφορίας όπως η μεταφραστική τροποποίηση των πρωτεϊνών που πραγματοποιείται μετά από την έκφραση/μετάφραση του μεταφερόμενου γονιδίου στον ξενιστή. Τα ζώα, τα φυτά, τα βακτήρια χρησιμοποιούν διαφορετικούς μηχανισμούς γι’ αυτές τις τροποποιήσεις.

Η ψευτο-αντικειμενική θέση/άποψη των αργυρώνητων κραχτών της αγοράς πως αν μια εφεύρεση, μια ανακάλυψη ή ένα νέο προϊόν θα αποβούν ωφέλιμα ή βλαβερά για την ανθρωπότητα εξαρτάται από τον ίδιο τον άνθρωπο, δεν είναι παρά υστερόβουλη. Οι αποφάσεις για τη μαζική χρήση χημικών στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, τη ρίψη της ατομικής βόμβας σε Χιροσίμα-Ναγκασάκι, την κούρσα των εξοπλισμών και τον ψυχρό πόλεμο με τις ατέλειωτες τοπικές συρράξεις, την πράσινη επανάσταση και τους γ.τ.ο, δεν πάρθηκαν από τη μυθιστορηματική αφαίρεση άνθρωπος αλλά από πολύ συγκεκριμένα κέντρα της δυτικής κυριαρχίας. Είναι μια καλοσχεδιασμένη εκστρατεία marketing και δημόσιων σχέσεων που εκθέτει επιλεκτικά και επιφανειακά τα μειονεκτήματα του προϊόντος για να καταστήσει αδιαφιλονίκητη την αξιοπιστία των πλεονεκτημάτων του.

Η επιστήμη που συγκαλύπτει, που δικαιολογεί, που καταντά απλά τεχνική για την χειραγώγηση του ζώντος, η επιστήμη που αδειάζει την πραγματικότητα από την ουσία και τη ζωτική ροή της και καταξιώνεται ως απόρριψη, δηλ. μίσος για τη φύση, είναι απλά μέρος της παθολογίας της οποίας είναι θύματα οι επιστήμονες του τέλους της χιλιετίας.

Η βιοτεχνολογική στροφή της μετα-βιομηχανικής κοινωνίας είναι ένα μακροπρόθεσμο πρότζεκτ στο οποίο δραστηριοποιούνται από χρόνια ερευνητές, πολυεθνικές, μηχανισμοί προπαγάνδας και κυβερνήσεις. Ο απώτερος σκοπός έχει πολλαπλές όψεις αλλά μια μοναδική βάση πάνω στην οποία οργανώνεται: τον όλο και πιο στενό και απροκάλυπτο έλεγχο επί του κάθε τι ζωντανού. O αγώνας ενάντια στην βιοτεχνολογία δεν μπορεί και δεν πρέπει να αναβάλλεται, ούτε και να αναμένει καλύτερες συνθήκες. Είτε είμαστε πειραματόζωα εξασκούμενων σαμάνων είτε προτάσσουμε την απελευθέρωση από την κυριαρχία του ανθρώπου στον άνθρωπο και στη φύση.

Δεν είμαστε αρνητές της τεχνολογίας, ούτε τεχνοφοβικοί, ούτε και θέλουμε να αποδώσουμε ευθύνες στην τεχνολογία για τη δυστυχία του είδους μας. Η τεχνολογία όπως και η τέχνη είναι αντανάκλαση της κοινωνίας που τις παράγει. Δεν πρόκειται για ουδέτερο φαινόμενο, ούτε για μια αυτόνομη δύναμη ή για κάτι το ανεξέλεγκτο. Θα μπορούσαμε ακόμη και να υποστηρίξουμε ότι η «επιστημονική μέθοδος» παραμένει έξω από ιδεολογίες, δεν ισχύει όμως το ίδιο για τους διευθυντές των ινστιτούτων και των ερευνητικών εργαστηρίων, ούτε για τις «επιστημονικές» συντεχνίες, πόσο μάλλον γι’ αυτούς που επιδοτούν τα ακαδημαϊκά και ερευνητικά προγράμματα. Η κατεύθυνση και οι στόχοι των διαφόρων επιστημονικών ερευνών αντικατοπτρίζουν τις αναγκαιότητες και τα ενδιαφέροντα μιας παγκόσμιας τεχνογραφειοκρατικής ελίτ, που έχει διαμορφώσει ένα πολύπλοκο δίκτυο δημόσιων και ιδιωτικών συμφερόντων που υπερβαίνουν τα σύνορα και ανταγωνίζονται μεταξύ τους, συνεργάζονται και λεηλατούν, αποσκοπώντας σε ένα μέγιστο οικονομικό και πολιτικό συμφέρον, δηλαδή στην κυριαρχία. Κυριαρχία σημαίνει κάνω ό,τι θέλω, η δικιά μου αντίληψη είναι τώρα πια η απόλυτα ορθή αντίληψη. Είναι το απαύγασμα της μισαλλοδοξίας. Η άρνηση της όποιας εναλλακτικής προσέγγισης, της όποιας εργονομικής λύσης χωρίς καμία ουσιαστική αιτιολογία, ετσιθελικά, αυθαίρετα. Για τα μάτια του κόσμου βέβαια, υποτίθεται πως η επιστήμη και η τεχνολογία έχουν κηρύξει πόλεμο στη «βιολογική αβεβαιότητα»!! Πέρα από το επιστημονικοφανές των επιστημονικών δημοσιεύσεων κύριο ρόλο στην πρώτη γραμμή αυτού του πολέμου έπαιξαν και παίζουν τα ΜΜΕ, που καθημερινά μας βομβαρδίζουν με εκλαϊκευμένες εκδόσεις αυτής της επιστήμης. Η βιοτεχνολογία δεν είναι απλά καπιταλισμός. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι οι κοινωνίες αλλάζουν κυρίως εξαιτίας της ιδέας, της αντίληψης που έχουν για την τεχνολογία, των φόβων και των ελπίδων ή ιδεοληψιών που αυτή προκαλεί παρά εξαιτίας της τεχνολογίας της ίδιας. Είναι τελικά πολλοί οι άνθρωποι που προσμένουν τη συμβολή της βιοτεχνολογίας αγωνιώντας για την αύξηση του προσδόκιμου ζωής.

Η οικολογική γεωργία. Μια άλλη προοπτική για τη γεωργία.

Η οικολογική γεωργία είναι μια ολοκληρωμένη αντίληψη γύρω από τη ζωή και όχι μια μορφή γεωργίας στην οποία απλά δεν χρησιμοποιούνται χημικά φυτοπροστατευτικά σκευάσματα και ανόργανα λιπάσματα. Συνήθως στο μυαλό μας η οικολογική γεωργία έχει αρνητικό πρόσημα αφού είναι μια γεωργία γεμάτη απαγορεύσεις και περιορισμούς, με τους βιοκαλλιεργητές να είναι συνεχώς αναγκασμένοι να αποδεικνύουν στους πιστοποιητικούς οργανισμούς και στο κράτος ότι κάνουν καλά τη δουλειά τους.

Και φυσικά δεν είναι αυτό που σήμερα έχει ντυθεί σαν ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ μέσα στο πλαίσια του πράσινου καπιταλισμού, ο οποίος δίνει την ψευδαίσθηση ότι προσφέρει λύσεις σε οικολογικά προβλήματα και κατά συνέπεια σε προβλήματα υγείας. Αυτή τη μορφή γεωργίας που είναι εξαρτημένη από τους νόμους της ΕΕ, από τις επιδοτήσεις, επιβαλλόμενη από τα πάνω, με υγιεινιστικό και μοδάτο προφιλ το οποίο σε υπέρογκες τιμές βγαίνει στην αγορά σαν ένα must του σύγχρονου τρόπου ζωής, με το οποίο μπορούμε να εξαλείψουμε τις ανησυχίες για την υγεία μας και για αυτή των παιδιών μας. Τα κέρδη αυτής της καλοστημένης επιχείρησης πηγαίνουν κατευθείαν στις τσέπες των ίδιων ανθρώπων που εκμεταλλεύονται τον αγροτικό χώρο σε όλες του τις εκφάνσεις.

Αυτού του τύπου την ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ την ονομάζουμε ΝΕΟ-ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ. Στη ΝΕΟ-ΣΥΜΒΑΤΙΚΗ μορφή γεωργίας ο παραγωγός συνεχίζει την κυριαρχία πάνω στη φύση παρά τη συνεργασία μαζί της και τις διεργασίες που συντελούνται σε αυτήν. Κανονισμοί και νόμοι δεν μπορούν να αποδώσουν την ουσία της οικολογικής γεωργίας γιατί αυτή βρίσκεται στον τρόπο με τον οποίο ο καθένας καταλαβαίνει τη φύση και στη σχέση την οποία αναπτύσσει με αυτήν.

Αυτό που εμείς προτάσσουμε σαν ΟΙΚΟΛΟΓΙΚΗ ΓΕΩΡΓΙΑ, είναι μια γεωργία που θεωρεί αναπόσπαστο κομμάτι της

> Τη θεώρηση ότι οι αγροί είναι αγροτικά οικοσυστήματα που στηρίζονται στην ποικιλότητα και στην πολυπλοκότητα. Δεν είναι ένας αγώνας κυριαρχίας και εκμετάλλευσης της φύσης η οποία δαμάζεται μέσα από την τακτοποίηση και την κατηγοριοποίηση των οργανισμών σε «καλούς» και κακούς». Στην οικολογική γεωργία δεν μπορεί να υπάρχει λογική πολέμου.

> Κατάργηση της εκμετάλλευσης από άνθρωπο σε άνθρωπο, είτε πρόκειται για την σχέση παραγωγού-εργάτη γης είτε από τους εμπόρους προς τους παραγωγούς. Για την πραγματοποίηση αυτών των σχέσεων θα πρέπει να συλλογικοποιηθεί η γεωργική παραγωγή.

> Την μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και την χρήση μικρών υποδομών για την παραγωγή ενέργειας από εναλλακτικές μορφές. (σε μια οικολογική γεωργία δεν χωράει η καλλιέργεια φρούτων και λαχανικών εκτός εποχής, η μεταφορά βιολογικών προϊόντων από την άλλη άκρη του πλανήτη και η μεγάλη παραγωγή κτηνοτροφικών προϊόντων). Το μοντέλο αυτό γεωργίας χαρακτηρίζεται ως χαμηλοεισροεικό και βασίζεται στην ολιστική αντίληψη. Αποφεύγει να χρησιμοποιεί μη ανανεώσιμα υλικά και μη ανανεώσιμους πόρους. Στην συμβατική αντίληψη ο ήλιος, το νερό, το έδαφος και οτιδήποτε προέρχεται από το φυσικό περιβάλλον δεν έχει οικονομική αξία και για το λόγο αυτό μπορεί να χρησιμοποιείται κατά βούληση και να υποβαθμίζεται. Πρόταγμα μας είναι η μείωση κατανάλωσης ενέργειας, η οποία μπορεί να επιτευθεί μόνο μέσα από συνεταιρισμούς και ομάδες παραγωγών και συνεργατικές χρηστών-καταναλωτών.

> Τον επαναπροσδιορισμό του ρόλου των γυναικών στον αγροτικό τομέα.
– Την παύση της εκμετάλλευσης των γυναικών ως εργατριών στα χωράφια
– Την κατάργηση του ανδρικού κατεστημένου στον αγροτικό χώρο και την αντικατάσταση του από ισότιμες σχέσεις ανδρών και γυναικών

> Την δημιουργία σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ καταναλωτή και παραγωγού. Η ανασφάλεια γύρω από την διατροφή οδηγεί στην ύπαρξη πιστοποιητικών οργανισμών, που είναι οι “φύλακες” της καθαρότητας των βιολογικών προϊόντων.

> Την καλλιέργεια ντόπιων σπόρων και τη διατήρηση τους.

Αφού είδαμε παραπάνω την αποτυχία της «πράσινης επανάστασης» και την αγωνία των γενετικά τροποποιημένων να επικρατήσουν στην συμβατική γεωργία το βασικό ερώτημα που καλούμαστε να απαντήσουμε αν μπορεί η οικολογική γεωργία να θρέψει τον κόσμο; Βασικό επιχείρημα εξάλλου των πολέμιών της είναι ότι αν γίνει όλη η παραγωγή βιολογική θα ξεσπάσει ο τρίτος παγκόσμιος πόλεμος…… Η ερώτηση αυτή κατατίθεται στην κουβέντα με δύο πρότερες διευκρινήσεις. Τι εννοούμε όταν λέμε «να θρέψει» και τι εννοούμε με τον όρο «κόσμος»?

Σε όλο τον κόσμο οι μικροί παραγωγοί οργανώνονται καταθέτοντας ξεκάθαρες ιδέες για την οργάνωση της παραγωγής τους. (π.χ. National Farmers’ Union in Canada, the Confédération Paysanne in France, ROPPA in West Africa, Monlar in Sri Lanka and the MST in Brazil, Via Campesina and the International Union of Food Workers).

Υπάρχει μια απέραντη σειρά συγκεντρωμένων προτάσεων και εμπειρίας για μεθόδους καλλιέργειας που δεν είναι βασισμένες στο πετρέλαιο, είναι παραγωγικές και υπό τον έλεγχο των μικρών αγροτών. Αυτές οι πρακτικές μπορούν να είναι παραγωγικότερες από τη βιομηχανοποιημένη γεωργία και σίγουρα πιο βιώσιμες. Εάν υποστηρίζονται κατάλληλα, τέτοια τοπικά συστήματα καλλιέργειας, μας παρουσιάζουν τρόπους να βγούμε από την διατροφική κρίση. Πρέπει να σταματήσουμε να ακούμε τους εμπειρογνώμονες της Παγκόσμιας Τράπεζας και του WTO και να αρχίσουμε αντ’ αυτού να μιλάμε με τις τοπικές κοινότητες. Πρέπει όχι μόνο να χτίσουμε νέες στρατηγικές και να συνεργαστούμε με τους διαφορετικούς φορείς, αλλά και να βάλουμε ένα τέλος στην ποινικοποίηση της ποικιλομορφίας έτσι ώστε οι αγρότες να μπορούν ελεύθερα να έχουν πρόσβαση, να αναπτύξουν και να ανταλλάξουν σπόρους και εμπειρία.

Πιστεύουμε ότι μόνο η συλλογική σκέψη και δράση μπορούν να δώσουν απαντήσεις και όχι οι εξατομικευμένες καταναλωτικές συμπεριφορές

Η κριτική στους γτο εντάσσεται στη γενικότερη κριτική μας στην βιοτεχνολογία, μία από τις ισχυρότερες σήμερα τεχνολογίες τις κυριαρχίας

Η κριτική μας στην βιοτεχνολογία είναι αδιαχώριστη από τη συνολικότερη κριτική και δράση μας ενάντια στον καπιταλισμό.

Παιδιά του σωλήνα – Θεσσαλονίκη

15/5/2009